Ο Δικαστής κάλεσε τη Γ.Εισαγγελία να απαντήσει εάν θεωρεί το παρόν δικαστήριο ως το αρμόδιο σώμα να εκδικάσει αυτή την υπόθεση
Επί προδικαστικών ενστάσεων συνεχίστηκε σήμερα στο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας η υπόθεση των τριών υπόπτων ( τέως προέδρου της Βουλής Δ.Συλλούρη, τέως βουλευτή Χριστάκη Τζιοβάννη και του διευθυντικού στελέχους εταιρείας Αντώνη Αντωνίου) για κατ’ εξαίρεση πολιτογραφήσεις με τους συνήγορους υπεράσπισης να εγείρουν αντισυνταγματικά θέματα. Όπως τονίστηκε από τους συνήγορους υπεράσπισης η υπόθεση δεν μπορεί να δικαστεί επί ανύπαρκτου νόμου και ανέφεραν σωρεία νομολογιών .
Να σημειωθεί ότι κατά τη σημερινή δικάσιμο εκ μέρους της κατηγορούσας Αρχής εμφανίστηκε μαζί με τη δικηγόρο της Δημοκρατίας, Έλλη Παπαγαπίου, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, Σάββας Αγγελίδης, ο οποίος υπέδειξε πως δεν είναι ορθό να εκκρεμεί στο δικαστήριο για μεγάλο χρονικό διάστημα η απάντηση των κατηγορουμένων στις κατηγορίες.
Επισήμανε ότι η υπόθεση έχει ξεκινήσει από τις 26 Οκτωβρίου του 2022 και ακόμα δεν έχει οροθετηθεί, για να σημειώσει ότι αν εγερθούν οι προδικαστικές ενστάσεις σε αυτό το σημείο η διαδικασία κινδυνεύει να μην ξεκινήσει πριν από τον Ιούλιο.
Εξήγησε ότι με δεδομένο τη διαδικασία της μεταρρύθμισης του δικαστικού συστήματος, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη, υπάρχει κίνδυνος η υπόθεση να καταλήξει «στο ανεπιθύμητο για όλους», δηλαδή όπως είπε, «στην αναστολή της υπόθεσης, με επανακαταχώριση της υπό νέα σύνθεση».
Υπέδειξε ότι οι οποιεσδήποτε προδικαστικές ενστάσεις θα μπορούσαν να ακουστούν μετά από την απάντηση των κατηγορουμένων στις κατηγορίες, κάνοντας λόγο για «υποχρέωση της δικαιοσύνης ως προς την εξασφάλιση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων».
Από την πλευρά του ο δικηγόρος του Δημήτρη Συλλούρη, Κρις Τριανταφυλλίδης, επέμεινε στη θέση ότι οι προδικαστικές ενστάσεις θα πρέπει να εγερθούν πριν την απάντηση του πελάτη του στις κατηγορίες, ενώ απαντώντας στον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, για την εν εξελίξει διαδικασία της μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης, υποστήριξε ότι «η τύχη των ανθρώπων δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται με εικασίες».
Οι συνήγοροι υπαράσπισης απέρριψαν το αίτημα της Γενικής Εισαγγελίας επιμένοντας να συνεχιστεί η δίκη επί των προδικαστικών ενστάσεων .
Ο Β.Γ.Εισαγγελεας απέσυρε την εισήγηση του λέγοντας πως δεν κάνει εικασίες αλλά προβλέψεις.
Στην παρέμβαση του ο συνήγορος υπεράσπισης του Δ.Συλλούρη, Κρις Τριανταφυλλίδη αναφέρθηκε στις λεπτομέρειες των κατηγοριών 2 και 3 λέγοντας πως αυτό σημαίνει πως τα δύο διαβατήρια που εκδόθηκαν δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις του περί αρχείου πληθυσμού νόμου .Αυτά τα διαβατήρια είπε τα προώθησαν στο Υπουργικό Συμβούλιο λειτουργοί του Υπουργείου Εσωτερικών και το ίδιο το κράτος τα αποδέχθηκε δια της απόφασης του Υπουργικού του Συμβουλίου. Περαιτέρω υπέδειξε πως σε αυτή την απόφαση ψήφισαν θετικά ως πρώην Υπουργοί (Δικαιοσύνης και Άμυνας ) ο νυν Γενικός Εισαγγελέας και ο νυν Βοηθός Γ.Εισαγγελέας δηλαδή η κατηγορούσα αρχή. Στο σημείο αυτό επικαλέστηκε το άρθρο 113 του Συντάγματος για τις εξουσίες του Γ.Εισαγγελέα και του Β.Γ.Εισαγγελέα. Ακολούθως ήγειρε το ερώτημα κατά πόσο το κράτος δικαιούται με τη δική του απόφαση (να εγκρίνει τα διαβατήρια) και με τους υπουργούς του να έρχονται με άλλο καπέλο υποστηρίζοντας τώρα ότι η υπόθεση δεν πληρούσε τους νόμους.
Αφού υπέδειξε πως για τις κατηγορίες 1, 2, 3, υπήρξε κατάχρηση διαδικασίας δεν νομιμοποιείται το κράτος ενώ το ίδιο ενέκρινε τα διαβατήρια να έρχεται και να κατηγορεί τους πολίτες πως παραβίασαν το νόμο.
Αναφερόμενος στις κατηγορίες 4 και 5 που σχετίζονται με κατάχρηση είναι το γεγονός ότι στο πρόσωπο που γινόταν αναφορά είναι ανύπαρκτο. Περαιτέρω ήγειρε θέματα συνταγματικότητας καθώς οι καταθέσεις που δόθηκαν στην υπεράσπιση από την κατηγορούσα αρχή για τον ύποπτο 1 έγιναν κάτω από συνθήκες παραπλάνησης και παραβιάστηκαν τα συνταγματικά του δικαιώματα (άρθρα 15, 16) .
Παρεμβαίνοντας ο Β. Γ.Εισαγγελέας υποστήριξε πως για τον ύποπτο 1 δεν έχουν σχέση οι αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ή αν υπήρξε θετική απόφαση είναι εντελώς άσχετα με τις κατηγορίες εναντίον του υπ. 1. Όπως είπε τα στοιχεία των κατηγοριών είναι για ανάρμοστο επηρεασμό δημόσιου λειτουργού του ΥΠΕΣ.
Ο Κρις Τριανταφυλλίδης επέμεινε επί του θέματος ότι ενώ το Υπουργικό και οι πρώην υπουργοί που σήμερα αποτελούν την κατηγορούσα αρχή ενέκριναν τα διαβατήρια ενώ σήμερα κατηγορούνται οι πολίτες ότι διέπραξαν αδικήματα .
Στη δική του προδικαστική ένσταση ο συνήγορος των υπόπτων 2 και 3 Γ.Παπαϊωάννου μίλησε για μνημείο προχειρότητας από το κράτος να μην θεσπίσει νομοθεσία σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις των Ην.Εθνών και του Συμβουλίου της Ευρώπης περί διαφθοράς .Εδώ και έντεκα χρόνια είπε, η Κυπριακή Δημοκρατία δεν ανταποκρίθηκε στο ελάχιστο να προσαρμόσει τη νομοθεσία στο τι συνιστά ή όχι ποινικό αδίκημα ενώ έκανε και εκτενή αναφορά στις συστάσεις της Greco και στην έκθεση αξιολόγησης. Παρά τις συστάσεις τόνισε το δικό μας κράτος σε αντίθεση με άλλες χώρες δεν θέσπισε μια νομοθεσία εναρμονισμένη με τα πρότυπα.
Στη συνέχεια κάλεσε την κατηγορούσα αρχή να απαντήσει κατά πόσο τα άρθρα 4,5, 6, 11 και 18 προσδιορίζουν ποιες πράξεις συνιστούν αδικήματα .Είπε ακόμα πως δεν υπάρχει σαφής ορισμός που να προσδιορίζει το είδος ποινής με φυλάκιση ή με χρηματικό ποσό. Έκανε επίσης εκτενή αναφορά σε νομολογίες και σε άλλες εκδικασθείσες υποθέσεις που συνηγορούν υπέρ των θέσεων που εγείρει.
Αναστολή της διαδικασίας ζήτησε ο Παπαϊωάννου
Ο δικηγόρος των Χριστάκη Τζιοβάνη και Αντώνη Αντωνίου, Γιώργος Παπαϊωάννου, υποστήριξε ότι είναι επιτρεπτή η εξέταση της προδικαστικής ένστασης πριν απαντήσουν οι κατηγορούμενοι στις διαδικασίες.
Υπέβαλε στο δικαστήριο τη θέση για «ανυπαρξία έγκυρου νόμου», λέγοντας ότι οι κατηγορίες τις Νομικής Υπηρεσίας στηρίζονται «σε μη έγκυρο νόμο» και ζήτησε την αναστολή της διαδικασίας για τους πελάτες του.
Αγορεύοντας για δύο προδικαστικές ενστάσεις, ο κ. Παπαϊωάννου είπε πως η πρώτη «στηρίζεται στο ότι οι κατηγορίες 1, 3 και 5 στερούνται νομικού ερείσματος και δεν αποκαλύπτουν οποιοδήποτε αδίκημα, που να βασίζεται σε έγκυρη νομοθετική διάταξη».
Για τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, είπε πως αφορά στην κατηγορία 4 που είναι αυτή της συνωμοσίας προς καταδολίευση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία στηρίζεται στο ότι τυγχάνει εφαρμογής η καθιερωθείσα από το Κοινοδίκαιο υπεράσπιση του αδύνατου/ανέφικτου (impossibility)».
Υπέδειξε, εξάλλου, ότι οι κατηγορίες 1, 3 και 5 «στερούνται νομικού ερείσματος», για να σημειώσει ότι «δεν αποκαλύπτουν οποιοδήποτε αδίκημα γιατί τα κατ’ ισχυρισμό αδικήματα βασίζονται επί νομοθετικών διατάξεων, οι οποίες παραβιάζουν το άρθρο 12 του Συντάγματος και το άρθρο 7 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών.
Επιπλέον, υποστήριξε πως τα συγκεκριμένα αδικήματα βασίζονται επί νομοθετικών διατάξεων, οι οποίες δεν συνιστούσαν «νόμο» εντός της έννοιας του άρθρου 12 ή «δίκαιο» εντός της έννοιας του άρθρου 7, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σε ισχύ έγκυρη νομοθετική διάταξη κατά το χρόνο τέλεσης του ισχυριζόμενου αδικήματος.
Σημείωσε, εξάλλου, ότι η ποινική δίωξη των πελατών του σε σχέση με την κατηγορία συνωμοσίας για καταδολίευση της Δημοκρατίας αποτελεί μια ακραία περίπτωση «καταπιεστικής και ενοχλητικής δίωξης».
Σύμφωνα με τον Γιώργο Παπαϊωάννου «θα ήταν άδικο και καταπιεστικό» για τους πελάτες του να υποστούν τη διαδικασία της δίκης σχετικά με την εν λόγω κατηγορία, «με όλη την συνεπακόλουθη ταλαιπωρία και άγχος», όπως υποστήριξε.
Θέμα κατάχρηση της διαδικασίας έθεσε ο Τριανταφυλλίδης
Από πλευράς του ο Κρις Τριανταφυλλίδης έθεσε θέμα κατάχρησης της διαδικασίας, λόγω της συμμετοχής του κράτους σε επίπεδο Υπουργικού Συμβουλίου, με την συμμετοχή Γενικού Εισαγγελέα και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, στη διαμόρφωση των γεγονότων, για τα οποία κατηγορείται ο πελάτης του.
Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι το κράτος με απόφαση Υπουργικού Συμβούλιου έδωσε έγκριση σε συγκεκριμένες πολιτογραφήσεις, για τις οποίες κατ’ ισχυρισμό της κατηγορούσας Αρχής κατηγορείται ο πελάτης του.
Όπως υποστήριξε ο κ. Τριανταφυλλίδης δεν γίνεται κάτι το οποίο νομιμοποίησε το ίδιο το κράτος να χρησιμοποιείται εναντίον ενός πολίτη σε δικαστική διαδικασία.
Είπε ακόμα πως δεν μπορεί ένας κατηγορούμενος να κατηγορείται για παραβίαση του νόμου, ενώ το κράτος το θεώρησε νόμιμο, ούτε να κατηγορείται για κάτι, που έχει σχέση με ένα ανύπαρκτο πρόσωπο.
«Δεν μπορεί ένας πολίτης να κατηγορείται ότι ενήργησε εναντίον του κράτους για κάτι που το ίδιο το κράτος αποφάσισε», πρόσθεσε.
Πολύ σοβαρό το θέμα που εγείρεται, λέει ο Πρόεδρος του δικαστηρίου
Ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας είπε από την πλευρά του πως το θέμα που ηγέρθηκε από τον Γιώργο Παπαιωάννου «είναι προφανώς πολύ σοβαρό», για να σημειώσει πως «εκφεύγει των παραμέτρων της παρούσας υπόθεσης».
Σύμφωνα με το δικαστήριο τίθεται θέμα επάρκειας του νόμου και της εκπλήρωσης νομικών υποχρεώσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας και ενδεχομένως να παραβιάζονται συνταγματικά δικαιώματα.
Ακολούθως ο Δικαστής απευθυνόμενος προς τη Γενική Εισαγγελία έθεσε το ερώτημα εάν θεωρεί πως το παρόν δικαστήριο είναι το αρμόδιο σώμα να εκδικάσει αυτή την υπόθεση .
Ο Β.Γ.Εισαγγελέας Σάββας Αγγελίδης ζήτησε χρόνο να απαντήσει και το δικαστήριο όρισε νέα ημερομηνία στις 13 Φεβρουαρίου η ώρα 9 π.μ.
Υπενθυμίζεται ότι ο ύποπτος Αντρέας Πιττάτζης απάντησε με μη παραδοχή στις κατηγορίες σε προηγούμενη δικάσιμο και θα οδηγηθεί εκ νέου στο δικαστήριο για ακρόαση, στις 8 και 9 Μαρτίου του 2023.
Α.Γκιούρωφ